EXPO NEWS

Αρχής γενομένης από τον Αύγουστο, το κόστος για την απόκτηση “χρυσής βίζας” στην Ελλάδα -που χορηγείται ως αντάλλαγμα για επενδύσεις στη χώρα- διπλασιάστηκε και ανήλθε από τις 250.000 ευρώ (που ήταν από τις φθηνότερες τιμές στην Ευρώπη) στις 500.000 ευρώ, για τις πιο περιζήτητες περιοχές της χώρας.

Μετά την επίσημη ανακοίνωση της αύξησης πέρυσι, και την αναβολή της ημερομηνίας έναρξης υποβολής των σχετικών αιτήσεων, που είχε οριστεί αρχικά τον Μάιο αλλά μετατέθηκε για τον τρέχοντα μήνα, η ελληνική κυβέρνηση ξεκίνησε επιτέλους το τροποποιημένο πρόγραμμα χορήγησης βίζας αντί επενδύσεων, που εξασφαλίσει σε αλλοδαπούς το δικαίωμα διαμονής στη χώρα για μια πενταετία ως αντάλλαγμα για μεταφορές κεφαλαίου, επενδύσεις σε επιχειρήσεις ή αγορά ακινήτων ελάχιστης αξίας 500.000 ευρώ.

Όσοι πρόλαβαν, πρόλαβαν

Η ανακοίνωση της Αθήνας πέρυσι για τη σχεδιαζόμενη αύξηση, σε συνδυασμό με την πρόσφατη απόφαση της Πορτογαλίας να θέσει όρια στην εξαιρετικά δημοφιλή δική της “χρυσή βίζα”, εκτίναξε το επενδυτικό ενδιαφέρον. Χιλιάδες ενδιαφερόμενοι υπέβαλαν αιτήματα για την απόκτηση “χρυσής βίζας” -ιδιαίτερα Αμερικανοί και Κινέζοι επενδυτές- μέσω της αγοράς ακινήτων στην Ελλάδα πριν την αύξηση, που ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση καθυστέρησε την αύξηση του ελάχιστου ποσού επένδυσης.

Η Ελλάδα θέσπισε το πρόγραμμα της “χρυσής βίζας” το 2014, παρέχοντας άδεια διαμονής πενταετούς διάρκειας στη χώρα, με δικαίωμα ανανέωσης, σε υπηκόους τρίτων χωρών που αγόραζαν ακίνητα αξίας τουλάχιστον 250.000 ευρώ.

Τα στοιχεία του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου που επικαλείται ο ιστότοπος Greek City Times δείχνουν ότι το πρόγραμμα της χρυσής βίζας συνεισέφερε το ποσό του 1 δισ. ευρώ περίπου στην ελληνική οικονομία κατά τους πρώτους πέντε μήνες του τρέχοντος έτους.

“Αυτή η οικονομική ώθηση μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι η Πορτογαλία διέκοψε το δικό της πρόγραμμα χορήγησης άδειας διαμονής αντί επενδύσεων και οι ελληνικές αρχές ανέβαλαν την αύξηση του ελάχιστου ορίου”, αναφέρει ο ειδησεογραφικός ιστότοπος. “Κατά τη διάρκεια της περιόδου Ιανουαρίου – Μαΐου, υποβλήθηκαν 3.900 αιτήσεις για άδεια διαμονής μέσω αγοράς ακινήτων, έναντι 1.444 την ίδια περίοδο πέρυσι”, προσθέτει το Greel City Times.

Το αυξημένο ενδιαφέρον για αγορά ακινήτων πριν την έναρξη ισχύος των νέων ορίων προκάλεσε την αύξηση των εκκρεμών αιτήσεων για χρυσή βίζα, που ξεπερνούν τις 5.500. Από τον Μάιο του 2022 έως τον Μάιο του 2023, οι ελληνικές αρχές έλαβαν συνολικά 8.351 αιτήσεις, εκ των οποίων το 35% έχει ήδη εγκριθεί.

Η συνολική αξία των ακινήτων που πωλήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου άγγιξε τα 975 εκατ. ευρώ, σχεδόν τριπλάσια των 361 εκατ. ευρώ που ήταν το προηγούμενο έτος.

Η απόφαση της Αθήνας δεν χαροποίησε ιδιαίτερα την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία εντείνει τις πιέσεις προς τα κράτη μέλη να καταργήσουν όλα τα προγράμματα χορήγησης χρυσής βίζας, που θεσπίστηκαν παγκοσμίως σε μια προσπάθεια προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, τόνωσης του τουρισμού και αναζωογόνησης των αγορών ακινήτων.

“Η απόκτηση του δικαιώματος διαμονής και εργασίας σε άλλη χώρα μπορεί να είναι μια μακρά και δύσκολη διαδικασία”, εξηγεί ο ιστότοπος Euronews. “Αυτό δεν ισχύει πάντοτε για όσους έχουν χρήματα να ξοδέψουν”.

Στην περίπτωση των χωρών της ΕΕ, η χορήγηση χρυσής βίζας σημαίνει επίσης πρόσβαση σε πολλά από τα οφέλη που έχουν οι διαμένοντες στις χώρες του μπλοκ – όπως η ελεύθερη μετακίνηση μεταξύ των χωρών και η ελεύθερη πρόσβαση στις χώρες της ζώνης Σένγκεν.

Κίνδυνος για την ασφάλεια

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί “αντιδημοκρατικό” να επιτρέπεται σε πλούσιος αλλοδαπούς να “αγοράζουν” άδεια διαμονής -ορισμένες φορές δε χωρίς να απαιτείται όντως η διαμονή στη χώρα-, επισημαίνοντας ότι έχει εξελιχθεί σε “κίνδυνο για την ασφάλεια, καθώς επιτρέπει το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, τη φοροαποφυγή, τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, τη διαφθορά και τη διείσδυση του οργανωμένου εγκλήματος, που είναι ασυμβίβαστο με τις νόρμες της ΕΕ”.

Η προσπάθεια της ΕΕ να πατάξει αυτήν τη “βιομηχανία πολλών εκατομμυρίων ευρώ” είχε ήδη βρει πρόσφορο έδαφος πριν ακόμη ανακύψει ο κίνδυνος από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Η Διεθνής Διαφάνεια έχει απευθύνει επίσης εκκλήσεις για τον τερματισμό των προγραμμάτων χρυσής βίζας που “έχουν μετατρέψει την ιθαγένεια και την άδεια διαμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε αγαθό πολυτελείας: έχοντας αρκετά χρήματα, μπορεί ο καθένας να το αγοράσει. Αποτελεί ιδιαίτερα δελεαστικό κίνητρο για τα εγκληματικά στοιχεία και τη διαφθορά – και τα αμέτρητα σκάνδαλα αποδεικνύουν ότι όντως εκμεταλλεύονται αυτές τις παροχές. Αυτά τα χρυσά διαβατήρια και οι βίζες της ΕΕ δεν αφορούν πραγματικές επενδύσεις ή ουσιαστική μετανάστευση – απλώς εξυπηρετούν τα συμφέροντα διεφθαρμένων στοιχείων”.

Ο οργανισμός προτείνει τη “ρύθμιση” των προγραμμάτων χρυσής βίζας με τη διεξαγωγή ενδελεχείς ελέγχους και συνιστά στις κυβερνήσεις να επανεξετάσουν όσους έχουν ήδη λάβει χρυσά διαβατήρια και βίζες: “Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να επιβλέψει τη διαδικασία ανάκλησης της ιθαγένειας ή άδειας διαμονής εκείνων που δεν θα έπρεπε επ ουδενί να τη λάβουν εξαρχής”.

Στεγαστικές κρίσεις

Αυτού του είδους τα προγράμματα έχουν προκαλέσει επίσης σοβαρές κρίσης στέγασης στις χώρες που εξακολουθούν να τα προσφέρουν. Η αύξηση του κόστους στέγασης και της επίπτωσης στον τοπικό πληθυσμό ήταν μεταξύ των λόγων που επικαλέστηκε η κυβέρνηση της Πορτογαλίας για την τροποποίηση του προγράμματος χρυσής βίζας.

Αν και οι χρυσές βίζες παρέχονται όχι μόνο ως αντάλλαγμα για επενδύσεις σε ακίνητα αλλά και για επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, το 89% των αδειών διαμονής αντί επενδύσεων χορηγούνται λόγω αγορά ακινήτων.

Στην περίπτωση της Πορτογαλίας, η χορήγηση χρυσής βίζας έχει πλέον ανακληθεί για επενδύσεις σε ακίνητα αλλά εξακολουθεί να παρέχεται σε ξένους επενδυτές που θέλουν να αναπτύξουν κάποιο έργο. Οι αιτήσεις θα εξετάζονται με βάση την οικονομική, κοινωνική, επιστημονική, τεχνολογική και πολιτική συνάφεια της επένδυσης και τη δυνατότητα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στη χώρα.

Στο πλαίσιο του νέου προγράμματος της Ελλάδας με το αυξημένο ελάχιστο όριο επένδυσης για τη χορήγηση βίζας, οι υπήκοοι τρίτων χωρών επιτρέπεται να αγοράσουν μόνο ένα ακίνητο της απαιτούμενης αξίας.

Το νέο ελάχιστο όριο επένδυσης θα ισχύει για την αγορά ενός μόνο ακινήτου στο βόρειο τμήμα της χώρας, στον κεντρικό και νότιο τομέα της Αθήνας, στην Περιφέρεια Αττικής, στα νησιά της Μυκόνου και της Σαντορίνης και τον Δήμο της Θεσσαλονίκης.

Το προηγούμενο ελάχιστο όριο των 250.000 ευρώ θα διατηρηθεί για τις περιπτώσεις αγοράς ακινήτων στην υπόλοιπη χώρα.

δειτε επισης